Μια τεράστια φλόγα δύναμης

Jiddu Krishnamurti - Notebook 1976

(Κεφ. 6 /Απόσπασμα)
Ξαφνικά ένιωσες αυτή την πελώρια φλόγα δύναμης, καταστροφική στη δημιουργικότητα της. Ήταν η δύναμη που υπήρχε προτού όλα τα πράγματα έρθουν σε ύπαρξη. Ήταν απροσπέλαστη και ακριβώς λόγω της έντασης της δεν μπορούσες να την πλησιάσεις. Τίποτα δεν υπάρχει παρά μόνο εκείνη: απεραντοσύνη και δέος… Είναι πέρα και πάνω από όλες τις λειτουργίες του ανθρώπου.
Το φεγγάρι ήταν μέσα σε σύννεφα αλλά τα βουνά και οι λόφοι φαίνονταν καθαρά: μια μεγάλη ησυχία τα τύλιγε… Στον αέρα απλώθηκε η αίσθηση της ανυπόφορης απεραντοσύνης, έντονη κι επίμονη. Δεν ήταν φαντασίωση: αυτή παύει όταν υπάρχει το αληθινό… Η απεραντοσύνη υπήρχε… η κίνηση του μυαλού σταμάτησε εντελώς, εύκολα, πρόθυμα, η φλυαρία της διάνοιας. Έγινε μια ησυχία: έβλεπες κι άκουγες χωρίς ερμηνεία, χωρίς κατηγοριοποίηση. Ο νους ήταν πολύ ήσυχος και πολύ ζωντανός: η σιωπηλή απεραντοσύνη γέμιζε τη νύχτα κι έγινε έκσταση.

Αυτή δεν συνδεόταν με τίποτα: δεν προσπαθούσε να διαμορφώσει, να αλλάξει να επιβάλλει… Ήταν αγάπη, όχι η αγάπη την οποία καλλιεργεί η κοινωνία, αυτό το βασανισμένο συναίσθημα. Ήταν η αγάπη που είναι η πεμπτουσία του ρεύματος της ζωής. Ήταν εκεί, αδυσώπητη, καταστροφική με μια τρυφερότητα που μόνο το ολόφρεσκο ξέρει, όπως ένα νέο φύλλο την άνοιξη… Ήταν η αγάπη που δεν περικλείεται μέσα στην εμβέλεια του ανθρώπινου πόθου και μέτρου. Ήταν εκεί και η σκέψη θα μπορούσε να την διώξει, το συναίσθημα θα μπορούσε να την κάνει πέρα. Ήταν εκεί, όμως, ακατάκτητη, ασύλληπτη.

Παντού υπήρχε σιωπή: οι λόφοι ήταν ακίνητοι· τα δέντρα ήταν ήσυχα και η κοίτη του ποταμού άδεια· τα πουλιά είχαν βρει καταφύγιο για τη νύχτα· όλα τώρα ησύχασαν, ακόμα και οι σκύλοι του χωριού. Είχε βρέξει και τα σύννεφα έστεκαν ακίνητα. Η σιγή μεγάλωσε κι έγινε έντονη, ευρύτερη και βαθύτερη. Αυτό που ήταν έξω τώρα ήταν εντός. Ο νους που ακροαζόταν τη σιωπή των λόφων, των χωραφιών και των δέντρων ήταν τώρα ο ίδιος σιωπηλός: έπαψε να μιλά στον εαυτό του, φυσικά, δίχως καμιά πίεση. Ήταν ήσυχος σε όλο το εσωτερικό του, τυλιγμένος στον εαυτό του… Ήταν μια έντονη κατάσταση, εντελώς άσχετη με όλα τα άλλα και ολομόναχη στη μεγαλοσύνη και απεραντοσύνη της. Και καθώς περπατούσες [δηλ ο ίδιος] σε κείνο τον δρόμο που σκοτείνιαζε, υπήρχε έκσταση.
Σταμάτημα του Νου /διέξοδος προς την Αλήθεια
Αρχική πηγή : vigla.gr

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σεφέρης Γ. Μέρες του '45-'51 - Παμμακάριστος

Η ερώτηση της Σφίγγας

O xορός των Δερβίσηδων